Η ΑΝΗΦΟΡΑ
Η ΑΝΗΦΟΡΑ
Δέκα
χρόνια ανέβαινα την ανηφόρα δίπλα από τον Ευαγγελισμό.
Το
πεζοδρόμιο μεγάλο χορταστικό με μεγάλα δένδρα,μπορεί να υπήρχαν από τον πόλεμο
ακόμη, όπως τα είχα δεί μια φωτογραφία της εποχής.
Είχε
ο δρόμος κλαίουσες και έκλεινε η φυλλωσιά τους το δρόμο μου και πολλές φορές έπεφταν
στο πρόσωπο και το κεφάλι μου και έπρεπε να λοξοδρομήσω για να τις αποφύγω. Με ενοχλούσαν
. Πάντα σκεφτόμουν και στο ανέβασμα και στο κατέβασμα.
Οι
σκέψεις στο ανέβασμα βαριές, αγχωμένες, σκοτεινές , στο κατέβασμα σαν να είχαν ξεφουσκώσει
και είχαν γίνει πιο ανάλαφρες.
Πρόσωπα
πολλά θυμάμαι και έζησα στο χώρο εκείνο της
ομαδικής θεραπείας.
Τα
έζησα τα πρόσωπα διότι οι εκφράσεις τους και οι γκριμάτσες τους, αποτυπώματα των συναισθημάτων τους, προεκτείνονταν και στο δικό μου πρόσωπο και
αισθανόμουν ότι ένοιωθα ό,τι ένοιωθαν.
Τόσα
πολλά συναισθήματα και πρόσωπα στοιβαγμένα μέσα σε ένα δωμάτιο ,να πηγαίνουν
και να έρχονται όλα αυτά χρόνια.
Όμως
όλα ξεφτίζουν και τελειώνουν και τελείωσε
και αυτό που γινόταν εκεί.
Όμως
αυτή η ανηφόρα με τις φυλλωσιές από τις κλαίουσες να μου αγκαλιάζουν το πρόσωπο
τις νοιώθω σχεδόν κάθε απόγευμα όταν ο αττικός ηλιος έχει κέφια και γλυκαίνει με
τα χρώματά του όλα άψυχα και τους ανθρώπους γύρω μου.
Ωραίο!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή