Η ΠΑΓΩΝΑ


















   










Ηταν πολύτιμο το νερό τότε. 

Το τρεχούμενο νεράκι θησαυρός. 
Οποιος είχε πηγάδι στην αυλή βασιλιάς.

Έγινε ύδρευση στο χωριό το 1960 περίπου . Ομως οταν λέμε ύδρευση εννοούμε κοινόχρηστες βρύσες σε  διάφορα σημεία  από τις οποίες πέρναμε νερό για το σπίτι.

Το καλοκαίρι μαρτύριο διότι άνοιγαν οι βρύσες αυτές  μόνο κανα δίωρο το απόγευμα . Εκεί να δείς ουρές ατέλειωτες με μεγάλους και παιδιά  να κρατάν από ένα δοχείο,κουβά, ποτιστήρι,στάμνες  ,ο,τι είχε ο καθένας.

Έπρεπε να εφοδιασθεί κάθε νοικοκυριό μέχρι το άλλο απόγευμα.

Η βρύση στην δική μας γειτονιά ηταν στο σύνορο του δρόμου με το φράχτη της αυλής της γειτόνισσας  της Παγώνας.
Κουτσομπόλα και κακεντρεχής.
Η κυρία αυτή θεωρούσε  προνομιούχα και ολίγον ανώτερη τη θέση της έναντι των γειτόνων και μόνο με την θέση της βρύσης.
 Αφού  ακουμπούσε η βρύση στο φράχτη της νόμιζε οτι  μπορούσε χωρίς να υποστεί το μαρτύριο της ουράς να βάζει οποτε γούσταρε τον κουβά της και να το γεμίζει .

Ετσι  με μια κίνηση απλή χωρίς να ρωτάει η να υπολογίζει κανένα, γέμιζε τους κουβάδες της χωρίς σειρά.

Τόκανε το ξανάκανε και έγινε καθεστός πλέον. Δεν της αντέλεγε κανένας.

Λες και επειδή το νερό είχε τόση μεγάλη αξία τότε πήρε και η Παγώνα  αξία  επειδή η βρύση ακουμπούσε στο φράχτη της.

Ήμασταν στη σειρά,μπρστά η μάνα μου με δυό μεγάλους τενεκέδες και πίσω εγώ , πολύ μικρή  , περίπου 5 χρονών ,  με δύο ποτιστήρια.  Έφθασε η σειρά της μάνας μου και νάσου η Παγώνα  από πλάι παραμέρισε το τενεκέ μας και με υπεροψία έβαλε τον κουβά της , δείχνοντας πλήρη αδιαφορία για την σειρά .

Κάτσε  παρακεί και πάρτον μούγκρισε η μάνα μου , δίνοντας μια σπρωξιά στον κουβά της. Η Παγώνα , αγέρωχη και χωρίς να της δώσει σημασία ξανάβαλε τον κουβά κάτω από την  τρεχούμενη βρύση. Και τότε νάτο το επεισόδιο μπροστά σε ολους.
Η μάνα μου αναποδογυρίζει τον κουβά της και  μουγκρίζει μην τον βάλεις θα σε δείρω. Η Παγώνα  αδιάφορη το ίδιο βιολί. Τότε η μάνα μου  δίνει μια σπρωξιά  στην ίδια  και μια κλιωτσιά στον κουβά της .
 Η Παγώνα  εκσφενδονίζεται λίγα μέτρα και πέφτει κάτω. Αρχίζει να φωνάζει και να λέει στη μάνα μου   να  ντρέπεσαι που είσαι μάνα με 4 παιδιά και  δέρνεις  κόσμο  κλπ
Σαν να της άναψαν τα  λαμπάκια της μάνας μου, εγκατέλειψε και τενεκέδες και μένα.
Την βλέπω να κυνηγάει την Παγώνα  η οποία  ,οπου φύγει -φύγει , πηδάει  τον φράχτη και κρύβεται μέσα στην αυλή της.

Τόλμα  να βγείς  και θα δείς, της φώναζε  η μάνα μου  απ΄εξω.
Που να βγεί ξανά η Παγώνα.
Μετά απ΄αυτό δεν τόλμησε να έλθει στην βρύση οταν ηταν μάνα μου και εγώ.
Ωστόσο οι αλλοι με παραμέρισαν και την σειρά μας την χάσαμε, οταν έγινε το επεισόδιο.

Πόσο θυμό και πόση κούραση είχε η μάνα μου τότε.
Τώρα που την θυμάμαι νοιώθω ότι η Παγώνα ηταν η αφορμή για να βγάλει ολο το θυμό που είχε μέσα της για την καθημερινή εξουθένωσή της  να μας εξασφαλίσει τα αναγκαία για να επιβιώσουμε.  Αυτά ηταν πραγματικά πέτρινα χρόνια.

ΜΑΡΙΑ ΝΤΟΥΜΑ


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ