Εκλαιγες
στην άκρη της αυλής ,
Αγριος , μαύρος, δυνατός ,
στ΄αφέγγαρο σκοτάδι.
Εκλαιγες
και η κληματαριά
τρεμόπαιζε τα κλώνια,
τάχα φοβότανε κι αυτή
την τόση αγριάδα.
Το χέρι της ,
κράτησες
σφικτά,
κάπου για να ριζώσεις.
Τον άνεμο φοβήθηκες
Μην τάχα και σε πάρει.
ΜΝ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου